- ἐπιχρίσομεν
- ἐπιχρί̱σομεν , ἐπιχρίωanointaor subj act 1st pl (epic)ἐπιχρί̱σομεν , ἐπιχρίωanointfut ind act 1st pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.